ΠΡΟΤΑΣΗ  ΠΕΡΙ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΜΟΥΣΕΙΟΥ - ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ι Ζ Ο Ν Τ Α Σ…Τι;

Τ ι θα μπορούσαμε να προσθαφαιρέσουμε για την Μικρασιατική και Θρακική καταστροφή του Ελληνισμού σε μια εμπεριστατωμένη αναφορά, που από σεβασμό και μόνο δεν μας το επιτρέπει η συνείδηση να τη «σκαλίσουμε;» Οι μνήμες, όπως παραστατικά και με στοιχεία μας παρουσιάζει ο αγαπητός συμπατριώτης μας από τον Καναδά, Θ ανάσης Τσουκαλάς, εκείνο που καταφέρνει είναι να μας σηκώνεται η τρίχα, να νιώθουμε ανακατεμένα αισθήματα και ως Ελληνισμός της διασποράς να μπαίνουμε στην πρώτη γραμμή.

Η  Ελλάδα του σήμερα, όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα από συμπληγάδες που συγκροτούνται από μύριες ατέρμονες και αφύσικες καταστάσεις, ιδιαίτερα σε θέματα κοινωνικά και εθνικά, για να μπορέσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες, που όλο και περισσότερο την καθιστούν έρμαια και απέναντι στην Ιστορία και απέναντι στον Ελληνισμό, η Ελληνική Πολιτεία επιτέλους θα πρέπει να σκύψει στην ίδια τη ρίζα της, να αφουγκραστεί και να δώσει λύσεις. Κι εμείς ως μετανάστες έχουμε και πολλά να πούμε αλλά και να κάνουμε. Ως πολίτες οποιασδήποτε Χώρας, αυτό που λέγεται Ελληνισμός και Ελλάδα δεν έπαψε ποτέ να μας απασχολεί. Ιδιαίτερα η «φυγή» μας, η οποία πραγματοποιήθηκε κάτω από ανήθικες συνθήκες και σε διαφορετικές εποχές, ακόμα και η «φυγή» των νεότερων «οικονομικών» μεταναστών, δεν παύει να είναι φυγή ή εκτοπισμός από τη μητέρα Πατρίδα. Και η φυγή που προέκυψε από τη Μικρασιατική καταστροφή, και η άλλη του εμφυλίου (1946-1949) που μάτωσαν την Ελλάδα ψυχή και κορμί κι εκείνη της Κύπρου και αντίστοιχα οι σημερινές πολύπλευρες διακρίσεις σε συμπατριώτες μας παλιννοστούντες, είναι φαινόμενα που μειώνουν την Ελλάδα από κάθε άποψη και που έπρεπε να είχαν λυθεί.

Τέλος ας δώσουμε το λόγο στον αγαπητό Θανάση Τσουκαλά, ας αφουγκραστούμε τι λέει κι ας ενεργοποιηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση που αφορά όλους μας

Ε.Ε. - Γερμανία – Μάρτιος 18 2002  Web: www.fasoulas.de   *  e-mail: vaios@fasoulas.de

*                  *                  *

ΠΡΟΤΑΣΗ  ΠΕΡΙ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΜΟΥΣΕΙΟΥ - ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ:

Γράφει ο  Θανάσης Τσουκαλάς

Στόχος της δημοσίευσης της παρούσας ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΠΕΡΙ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΜΟΥΣΕΙΟΥ-ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ είναι να αποτελέσει η απαρχή και αφετηρία μιας εκστρατείας του Απόδημου Απανταχού Ελληνισμού για να πιέσει τον Υπουργό κ. Γιώργο Παπανδρέου να υποκύψει και να αφήσει τον Πρόεδρο κ. Κ. Στεφανόπουλο να υπογράψει τελικά τη νομοθεσία περί κηρύξεως της 14 Σεπτεμβρίου ως ημέρα μνήμης της Καταστροφής του Οθωμανικού Ελληνισμού όπως αυτή καθορίστηκε με την έννομη ψήφο της Βουλής τον 1996, μία δημοκρατική βουλή η οποία έκφρασε και την ομόψυχη θέληση και επιθυμία του ελληνικού λαού γι’ αυτή τη πράξη.

Η όλη αυτή ιστορία ξεκίνησε από τον Φεβρουάριο του 2001 όταν ο Γιώργος ο Παπανδρέου έσπευσε να κατατοπίσει τον Πρωθυπουργό κ. Κώστα Σημίτη ότι ο αρχικός προσδιορισμός της ημέρας ως μνήμης της Γενοκτονίας ήταν ανακριβής, σύμφωνα με τις εισηγήσεις των συμβούλων του που έκαναν λόγο και αναφορές στο Διεθνές Δίκαιο περί αυστηρής έννοιας και διερμηνείας του αυτού όρου. Έτσι απαλείφθηκε η λέξη γενοκτονία από το διάταγμα. Παρέλειψε, όμως, να αναφέρει δημοσίως το ότι αυτό που του καταστενοχωρούσε ήτανε ότι θα διακυβεύονταν, αν όχι και διακινδυνεύονταν, οι εν δυνάμει ευκαιρίες εμπορικών επενδύσεων Ελλήνων μεγιστάνων επενδυτών-επιχειρηματιών στις επικείμενες ιδιωτικοποιήσεις στην Τουρκία.

Φρέσκο ήταν ακόμη το παράδειγμα το τι έπαθε η Γαλλία ένα μήνα πριν, δηλαδή τον Ιανουάριο του 2001, όταν έχασε πολύτιμα στρατιωτικά συμβόλαια αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη συμπαραγωγή όπλων προς εφοδιασμό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς και την εκτόξευση του πρώτου τουρκικού στρατιωτικού δορυφόρου κατασκοπείας γαλλικής κατασκευής (spy satellite), κτλ., όταν η γαλλική βουλή ψήφισε υπέρ του διατάγματος αναγνωρίζοντας την Αρμενική Γενοκτονία.

Σήμερα, όμως, έχουν βελτιωθεί οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Με την επίσκεψη που έκανε ο Υπουργός Άμυνας της Γαλλίας κ. Al ain Richard στην Τουρκία στις 25 και 26 Ιανουαρίου του 2002 όπου είχε συζητήσεις με τον Τούρκο ομόλογό του τον Υπουργό Άμυνας κ. Sabahattin Çakmakoğlu , άνοιξε και ο δρόμος για τη δημιουργία κοινού αμυντικού συστήματος Γαλλίας-Τουρκίας, μακροπρόθεσμης αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ίσως οι σύμβουλοι του Υπουργού Εξωτερικών δεν γνωρίζουν καλά ότι το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας αποκλείει ελληνικές επενδύσεις σε ζωτικούς τομείς-κλειδιά της τουρκικής οικονομίας για λόγους εθνικής ασφαλείας και κυριαρχίας. Το ίδιο ισχύει και στην Αμερική, όπου υπάρχουν πολλαπλοί κλάδοι και τομείς-κλειδιά της οικονομίας όπου απαγορεύονται πωλήσεις σε ξένους ή σε ξένες εταιρείες, όπως επίσης απαγορεύεται και ο επενδυτικός έλεγχος και η συμμετοχή με ελεγκτικές μετοχές, λόγου χάριν, στους ακόλουθους τομείς, γεωργική γη μεγάλης έκτασης, στρατιωτική βιομηχανία, υψηλή τεχνολογία ηλεκτρονικών και τηλεπικοινωνιών, πυρηνική βιομηχανία, τα γιγαντιαία σούπερ κομπιούτερ, ο ενεργειακός τομέας,  κ.ο.κ.

Έτσι, αυταπατούνται και ο υπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου και οι σύμβουλοι του στο όραμα-αυταπάτη της ανάστασης, ανασυγκρότησης και μεταμόρφωσης των Ελλήνων μεγιστάνων σε Σύγχρονοι και Νέοι Φαναριώτες οι οποίοι θα διεισδύσουν και θα κατακτήσουν οικονομικά την Τουρκία με τις επενδύσεις τους. Εδώ βέβαια προκύπτει και το ερώτημα: Το 1996 δεν ήτανε ο ίδιος ο κ. Γιώργος ο Παπανδρέου που τότε ήτανε υφυπουργός που ψήφισε μαζί με τον τότε υπουργό-αφεντικό του στο Υπουργείο Εξωτερικών, τον κ. Θόδωρο Πάγκαλο, υπέρ του διατάγματος αναγνωρίζοντας την 14 Σεπτεμβρίου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Μικρασιάτικου Ελληνισμού; Δηλαδή, έπρεπε να περάσουνε 5 χρόνια να μεταλλάξει γνώμη; Εν πάση περιπτώσει, δεν είχε και τελείως άδικο ο κ. Γιώργος ο Παπανδρέου. Γιατί, μετά από 74 χρόνια και βάλε, μας θυμηθήκανε οι  βουλευτές και άλλοι πολιτικοί μας παράγοντες να τιμήσουν τη μνήμη της Καταστροφής του Οθωμανικού Ελληνισμού του 1922; Τι, άραγε, ήτανε όλα αυτά τα χρόνια; Και γιατί αποφασίσανε στα πρόθυρα του 21ου αιώνα να την αποκαλέσουνε και Γενοκτονία, ενώ πριν πάντα αναφέρονταν ως η Μεγάλη Καταστροφή. Ή μάλλον θέλησαν να μας απομιμηθούνε, τους Αρμενίους και τη δική τους δίκαια εκστρατεία για αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από τις μεγάλες δυτικές χώρες; Τέλος πάντων...

Σημασία, όμως, τώρα έχει η προώθηση της ανέγερσης ΜΟΥΣΕΙΟΥ-ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. Καταστροφή μεγάλη βέβαια ήτανε, και με σφαγές και ξεκληρίσματα οικογενειών και ολάκερων σόϊων. Έτσι θα χρειαστεί όχι μόνο η επιστράτευση των οργανωμένων φορέων του Απόδημου Ελληνισμού αλλά και των απλών ανοργάνωτων μελών. Επίσης η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία και οι διάφορες ενορίες της πρέπει να συμμετάσχουν σε αυτό το έργο. Ως κηδεμόνας του Ελληνισμού και της Ιστορικής του κληρονομιάς δεν πρέπει να μένει η Ορθόδοξη η Εκκλησία αδιάφορη, η ακόμη χειρότερα, εσωστρεφής στα ουσιώδη και ζωτικά θέματα και ζητήματα του ποιμνίου της, όπως και γενικότερα του Ελληνισμού και της γλώσσας του, που συνίσταται η πεμπτουσία της ταυτότητας του ίδιου αυτού ποιμνίου. Δεν πρέπει να καταφεύγει, όπως είπε ο διάσημος Γερμανός θεολόγος και φίλος της ορθοδοξίας, Ernst Bentz, στην απομόνωση της στη θεία λειτουργία, δηλαδή στην εσωστρέφεια, ολιγωρώντας επιγήινα ζητήματα που αφορούν το ποίμνιο της.

Εδώ θα είναι, λοιπόν, που θα φανεί αν ο Απόδημος Απανταχού Ελληνισμός και οι θελήσεις και η βούληση του, πράγματι, μετράει για τίποτα απέναντι στην Ελλαδική επικράτεια και τις διάφορες κυβερνήσεις της, ή απλώς αποτελείται από μια άσχετη πειθήνια και άβουλη οντότητα που σέρνεται από την όποιες πολιτικές σκοπιμότητες της εκάστοτε κυβέρνησης και των διαφόρων κυνικών υπουργών και πολιτικών της, όπου η μουλωχτότητα και η διπλοπροσωπία, τώρα λέγεται διγλωσσία, περνάει για ύψιστη μορφή αρετής επιτήδειου πολιτικού. 

Πολλές φορές οι ίδιοι οι λαοί αξίζουν τη μοίρα τους καθώς και τους αρχηγούς και υπουργούς που διαλέγουν ή συναινούν με την απραξία  ή με τη σιγή τους. Σε πείσμα όλων αυτών, ας γίνει αυτό το πρώτο προβάδισμα μιας δυναμικής και αυτόνομης στάσης. Ας μην ξεχνάμε ότι το έτος 2002 είναι η 80η επέτειος της Μεγάλης Καταστροφής του Μικρασιάτικου και Θρακικού Ελληνισμού του 1922.

Π  Ρ  Ο  Τ  Α  Σ  Η

Η 14 του Σεπτεμβρίου έχει καθιερωθεί από τη βουλή ως ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ, παρ’ όλο  που ακόμη εκκρεμεί η Προεδρική υπογραφή,  έγκριση και επισφράγιση καθιστώντας την επίσημη. Η καθυστέρηση αυτή είναι και αδικαιολόγητη και ακατανόητη. Οι δικαιολογίες το ότι θα οξύνει τις τριβές με την Τουρκία, βλάπτοντας ιδίως τις εν δυνάμει προσπάθειες αυξανόμενων εμπορικών ευκαιριών Ελλήνων μεγάλων επιχειρηματιών-επενδυτών σε τούτη τη Χώρα καθώς επίσης του ότι θα πληγώσει τα πολιτικά αισθήματα και ευαισθησίες του τουρκικού ελίτ είναι απλώς μεγαλοποιημένες. Πρώτ’ απ’ όλα, σε καμία Χώρα δεν της πέφτει λόγος στο πως μία άλλη Χώρα τιμάει και θυμάται την ιστορική μνήμη της. Αυτή η πράξη της βουλής ούτε αποτελεί ενθάρρυνση και παρότρυνση μίσους ούτε διαιώνιση έχθρας ενάντια στους Τούρκους και την Τουρκία.

Όταν οι Εβραίοι ανήγειραν το Μουσείο-Μνημείο εις μνήμην των θυμάτων του Ολοκαυτώματος του 1939-45 στα Ιεροσόλυμα, η ειλικρινής μετανοούσα και πολιτισμένη Γερμανία δεν έφερε καμία αντίρρηση. Αντιθέτως, το τίμησε, και οι ίδιοι οι Γερμανοί πολιτικοί ηγέτες, και άλλοι, θέτουν στεφάνια όταν κάνουν εκεί επίσημες επισκέψεις. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα και οι εβραϊκές κοινότητες της διασποράς έχουν χτίσει μουσεία-μνημεία στη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος σε διάφορες πόλεις των Χωρών όπου μένουν για να μη ξεχαστεί ποτέ αυτό το δείγμα ανθρώπινης βαρβαρότητας και μισανθρωπίας. Ένα μεγαλειώδες και τεράστιο μουσείο στην Μνήμη του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος και της ιστορίας και συνεισφοράς των εβραϊκών κοινοτήτων της Γερμανίας εγκαινιάστηκε στο Βερολίνο στις 9 του Σεπτεμβρίου 2001 από τον καγκελάριο (πρωθυπουργό) της Γερμανίας, Gerhard Schroeder . To μουσείο αυτό στεγάζεται σ’ ένα νεόχτιστο κτίριο, το οποίο θεωρείται διεθνώς ως θαύμα αρχιτεκτονικής.

Ακόμη και στην Ουάσιγκτον, πρωτεύουσα των Η.Π.Α. έχει χτιστεί ένα μεγάλο μουσείο όπως και στην πόλη του  Χιούστον του Τέξας, καθώς επίσης, και σ’ όλες τις μεγαλουπόλεις του κόσμου όπου μένουν μεγάλες εβραϊκές συνοικίες και κοινότητες. Κανείς, μα κανείς, δεν αντιτάχθηκε σ’ αυτό το έργο τους, ούτε ήγειραν οι Χώρες αυτές ζήτημα του ότι ζημιώνονται οι σχέσεις τους με τους Γερμανούς ούτε ακόμη του ότι σπέρνουν μίσος και έχθρα εναντίον των Γερμανών.  

Κατ’ αρχήν, η Ημέρα Μνήμης της Μικρασιατικής  Καταστροφής πρέπει να κάνει μνεία για όλα τα τρία αποτελούμενα μέρη του Οθωμανικού Ελληνισμού, που υπέστησαν την ολοκληρωτική Καταστροφή, δηλαδή, όχι μόνο για τον Ιώνιο και Ποντιακό Ελληνισμό αλλά και για τον Θρακικό Ελληνισμό. Πρέπει απαραίτητα να γίνει μνεία και αναφορά για τους 500.000 Θρακιώτες πρόσφυγες που διώχτηκαν από την Ανατολική Θράκη με την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923, και οι οποίοι, όντως, αποτέλεσαν το εν τρίτο (1/3) του συνολικού ανταλλάσσιμου Ελληνικού στοιχείου.

              Πρωτίστως, αναγκαίο είναι να τιμηθεί αυτή η ημέρα εύπρεπα και τίμια με ανέγερση στην Αθήνα ενός αξιοπρεπούς Μουσείου-Μνημείου σ’ ένα καλοσχεδιασμένο και σύγχρονο πάρκο για τη Μνήμη της Καταστροφής του Ποντιακού, Ιωνικού και Θρακικού Ελληνισμού.

Το μουσείο-μνημείο αυτό θα πρέπει να κατέχει αίθουσες οπτο-ακουστικών για προβολή ειδικών ιστορικών και ανθρωπολογικών ταινιών και ντοκιμαντέρ γύρω από των προαναφερόμενων Ελληνισμών, καθώς και τόπο για μουσικές εκδηλώσεις, χοροί, διαλέξεις και διεθνή  συμπόσια και σεμινάρια επί συναφών ζητημάτων του αυτού Οθωμανικού Ελληνισμού, καθώς επίσης εκθέσεις παραδοσιακών ενδυμάτων, φωτογραφιών της εποχής, κτλ. Αλλά, πρώτ’ απ’ όλα, πρέπει να ’ναι μουσείο νέου-τύπου, σύγχρονο και με τη νέα «interactive» (αλληλεπίδραση) με την κοινή και ζωντανή μέθοδος προβολής και παρουσίασης όπου οι εκθέσεις φέρνουν στη ζωντάνια τον εξαφανισμένο κόσμο αυτών των ελληνισμών και όπου θα αναπαρασταίνεται η παρελθούσα ζωή και η τραγωδία δια μέσω των διαφόρων εκθέσεων. Έτσι, να προβάλλεται η Ιστορία του Πόντου, της Ιωνίας και της Θράκης από την εποχή των αρχαιοτάτων χρόνων ίσαμε την Καταστροφή, καθώς και προβολή ειδικών εκθέσεων των πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών απ’ όπου κατάγονταν οι πρόσφυγες.

Μ’ αυτόν τον τρόπο, να δοθεί επίσης έμφαση και στη συνεισφορά τούτου του αφανισμένου ελληνισμού και τις πατροπαράδοτες εστίες του στον Ελληνικό και Δυτικό πολιτισμό (αρχαίοι φιλόσοφοι, ποιητές, επιστήμονες, πατέρες της Εκκλησίας, του βυζαντινού πολιτισμού καθώς και οι συνεισφορές στο νεότερο ελληνισμό και την παλιγεννησία του- λ. .χ. δάσκαλοι, έμποροι, πολιτικοί ηγέτες, κ.ο.κ.).

Βέβαια, όμως, το μεγαλύτερο μέρος του μουσείου θα πρέπει  να παρουσιάζει τη ζωή και την συνεισφορά του Μικρασιάτικου και Θρακικού Ελληνισμού κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, ιδίως του 18ου και του 19ου αιώνα ίσαμε τις σφαγές και το τελικό ξεριζωμό του κατά το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα.  Συν τοις άλλοις, οι εκθέσεις πρέπει να παρουσιάζουν την καθημερινή ζωή σε εκθέσεις αναπαράστασης εσωτερικών δωματίων και τόπων εργασίας [παραδείγματος χάριν, τσαγκάρικο, γεωργία, ψάρεμα κ.ο.κ.] με αυθεντικά αντικείμενα και κειμήλια δοσμένα από απόγονους προσφύγων.

Έτσι, θα χρειαστεί η αναπαράσταση τριών αντίστοιχων εκθέσεων-δωματίων, με μανεκέν στολισμένα σε παραδοσιακές στολές, ένα για την αναπαράσταση σπιτιού του Πόντου, το άλλο για την Ιωνία και το τρίτο για τη Θράκη. Η κάθε παρουσία έκθεσης μπορεί να παρέχει ακουστική <audio> μαγνητοταινία όπου θα εξιστορούνται ιστορίες και έργα στην καθεμιά από τις τρεις διαλέκτους. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα γνωριστούν διάπλατα στο ευρύτερο κοινό οι γιορτές, τα ήθη και έθη τούτου του εξαφανισμένου Ελληνισμού.  Γι’ αυτό το σκοπό, λοιπόν, θα χρειαστεί να χτιστούν δύο τέτοια  μουσεία-μνημεία: ένα στην Αθήνα σε επιβλητικό, κεντρικό μέρος προσιτό στο κοινό, κι ένα άλλο μουσείο-μνημείο στη συμπρωτεύουσα, τη Θεσσαλονίκη.

Σημειωτέον, ότι η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων στη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη αποτελείται από απόγονους προσφύγων Ανατολικής Θράκης, Πόντου και Ιωνίας που εγκαταστάθηκαν εκεί το 1922-23.  Έτσι, και στα δύο αυτά μουσεία θα τελούνται και οι επίσημες τελετές από διάφορους παράγοντες της επικράτειας [πρόεδρος, πρωθυπουργός, δήμαρχος, πολιτικοί ηγέτες κομμάτων, αρχιεπίσκοπος Ελλάδας, κληρικοί, άνθρωποι της τέχνης και της διανόησης, κτλ.] καθώς επίσης και από απλούς πολίτες μνημονεύοντας την Ημέρα Μνήμης  της  Καταστροφής του Μικρασιάτικου και Θρακικού Ελληνισμού στις 14 Σεπτεμβρίου, η ημέρα που καθορίστηκε από τη βουλή.

Παράλληλα, η κυβέρνηση να παροτρύνει τις τοπικές επαρχιακές διοικήσεις και δημαρχία να ιδρύσουν μικρά τοπικά τέτοια μουσεία ή οίκοι στις κωμοπόλεις και πόλεις της Μακεδονίας και δυτικής Θράκης αφού το πλειοψηφικό μέρος του εκεί πληθυσμού κατάγεται από τον διωγμένο Οθωμανικό Ελληνισμό.

Επιφανώς, εκεί θα εκτελούνται και οι επίσημες τελετές και εκδηλώσεις. Ωστόσο, τούτα τα μελλοντικά μικρά τοπικά μουσεία θα εστιάζονται κυρίως στην προβολή και έκθεση των διαφόρων τόπων και χωριών από όπου κατάγονταν οι πρώτοι πρόσφυγες. Έτσι, θα είναι αναγκαία η εξερεύνηση των τόπων, πόλεων, χωριών απ’ όπου ήρθε αυτή η προσφυγιά και μ’ αυτόν τον τρόπο  τα μουσεία  ή οίκοι αυτοί θα αναπαριστάνουν αυτά τα μέρη προέλευσης, καθιστώντας τα πιο απτά και με άμεση σχετικότητα και δέσμευση με την ιστορία του τόπου.

Η ίδρυση αυτών των δύο Μουσείων-Μνημείων, ένα στην Αθήνα και το άλλο στη Θεσσαλονίκη, θα βοηθήσει να διαιωνίσει έμπρακτα την ιστορική μνήμη και εμπειρία των εξαφανισμένων ελληνισμών, εφόσον στη διάρκεια του χρόνου θα εκτελούνται εκδρομές και περιηγήσεις-μάθησης για τα παιδιά των δημοτικών σχολείων, γυμνασίων και λυκείων. Οι εκδρομές αυτές θα εξυπηρετούν και θα συμπληρώνουν στη διδασκαλία και μάθηση αυτής της ιστορίας και αυτό θα γίνεται ανάλογα με την ηλικία και το πνευματικό επίπεδο των μαθητών και φοιτητών, μετατρέποντάς τα έτσι τα μουσεία και σε κέντρα μάθησης και έρευνας.

             Ακόμη, και στη διάρκεια της χρονιάς της Ολυμπιάδας του 2004 να δείξουμε με πολιτισμένο τρόπο στους ξένους επίσημους επισκέπτες, καθώς και στους απλούς τουρίστες, τούτο το θλιβερό κεφάλαιο της ιστορίας μας. Έτσι, και να καθιερωθεί υποχρεωτικό και για τον κάθε επίσημο επισκέπτη ή κεφαλή ξένης κυβέρνησης (βουλευτές ξένων κοινοβουλίων, Αμερικανικό Κογκρέσο κ.ο.κ.) η επίσκεψη και η τοποθέτηση στεφανίου στο Μουσείο-Μνημείο, έτσι ώστε να τιμηθεί η μνήμη του χαμένου από σφαγές και διωγμούς Ελληνισμού. Τα μουσεία αυτά που θα βρίσκονται στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη πρέπει να δημοσιεύονται και στους τουριστικούς καταλόγους και οδηγούς, έτσι προωθώντας και παροτρύνοντας μία επίσκεψη στο μουσείο-μνημείου για τους ξένους επισκέπτες ώστε να εξοικειωθούν και αυτοί με τούτη την άγνωστη για αυτούς τραγωδία του Ελληνισμού.

Πρωτίστως, αναγκαίο θα είναι να αφήσουμε τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα να μαρτυρήσουν γι’ αυτή την Καταστροφή, να παpουσιάζεται η ίδια η ιστορία με σοβαρούς και χαμηλούς τόνους, και όλο αυτό, μόνο με αντικειμενικά και τεκμηριωμένα στοιχεία και δεδομένα. Εδώ δεν χωράνε, ούτε και χρειάζονται, αμερόληπτα σχόλια, υπερβολές, συναισθηματικά ρητορικά επίθετα και τονισμένο ύφος στην παρουσίαση.     Μ’ αυτό τον τρόπο, ο ίδιος ο Ελληνικός λαός όχι μόνο μορφώνεται για τις ρίζες του άλλα, και επιδεικνύει το ότι ποτέ δεν λησμονεί τη Καταστροφή του Ποντιακού, Ιωνικού και Θρακικού Ελληνισμού, που σήμερα έχει ενσωματωθεί και συγχωνευτεί ακέραια, διαλυτικά και αναπόσπαστα στον Ελλαδικό εθνικό κορμό. Ας μη ξεχνάμε, εν τούτοις, το ότι σήμερα το εν τέταρτο (1/4) ίσαμε το εν τρίτο (1/3) του συνολικού Ελληνικού λαού κατάγεται από πρόσφυγες Μικρασιατικής και Θρακικής προέλευσης. Έτσι, η ιστορική αυτή μνήμη της Καταστροφής διαιωνίζεται, όσον το ίδιο αυτό το έθνος που λέγεται Ελληνικό θα υπάρχει.

Επομένως, ο σημερινός Ελληνισμός δεν περικλείεται ούτε περιορίζεται μόνο στα υφιστάμενα όρια του Ελληνικού Κράτους, αλλά περικλείεται από την κληρονομιά, τα κατορθώματα και τα λαμπρά επιτεύγματα, ανδρών και γυναικών, του όλου φάσματος της Ελληνικής Ιστορίας, από την πρώτη εμφάνιση διάσπαρτων φυλικών μονάδων και, στη συνέχεια, στη συγχώνευση τους σε πόλεις-κράτη και συμμαχίες με αίσθημα κοινής γλωσσικής και πολιτισμικής οντότητας περνώντας αργότερα από την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή στο Βυζάντιο και κατόπιν, στα δεινά και μαρτύρια της οθωμανικής υποδούλωσης, καταλήγοντας στη παλιγεννησία του το 1832 με τη δημιουργία νεοσύστατου νεότερου Ελληνικού Κράτους. Ο 20ος αιώνας, όμως, εγκαινίασε και τον αιματηρό ακρωτηριασμό και αφανισμό του Ελληνισμού της Θράκης, της Ιωνίας  του Πόντου, και της βορείου Κύπρου.

Συνεπώς, στο κοντινό μέλλον, θα πρέπει να παρουσιαστούν στο Μουσείο-Μνημείο, και η ιστορία και η παράδοση των βορειοηπειρωτών και αυτής της βορείου Κύπρου. Αυτές οι δύο εστίες έρχονται να προστεθούν στον αφανιζόμενο Ελληνισμό εφόσον, στην περίπτωση των βορειοηπειρωτών, η μαζική ροή μετανάστευσης προς την Ελλάδα έχει σχεδόν αδειάσει και συρρικνώσει τον εκεί Ελληνικό στοιχείο από 60.000  σε 10.000-15.000 άτομα, από τους οποίους οι πλειονότητα είναι είτε πολύ ηλικιωμένοι είτε προέρχονται από μεικτές αλβανο-ελληνικές αφομοιωμένες οικογένειες. Όπως ήδη έχουν επισημάνει δυτικοί αναλυτές και σύμβουλοι εξωτερικών υπουργείων, ιδίως Ιταλοί, Άγγλοι και Αμερικανοί, το Ελληνικό στοιχείο βρίσκεται στα πρόθυρα του βιολογικού του εξαφανισμού. Εν πράγματι, ήδη ραγδαία κλείνει το φύλλο αυτού του κεφαλαίου.

Το ίδιο συμβαίνει και στην Κωνσταντινούπολη όπου μόνο 500 με 1.000 άτομα Ελληνικής καταγωγής έμειναν. Το ορθόδοξο εκεί στοιχείο σήμερα αποτελείται από 20.000 πρόσφατοι κάτοικοι από τη Ρωσία, Ουκρανία, Ρουμανία και Βουλγαρία που κατοικούν κυρίως στη συνοικία Γαλατά και από το οποίο τα τρία τέταρτα (3/4) είναι γυναίκες. Όσον αφορά την Βόρειο Κύπρο, και εκεί έχει σβήσει ο εκεί Ελληνισμός, και για τούτο το λόγο, θα πρέπει, σε βραχυπρόθεσμο μέλλον, να προστεθεί κι’ αυτός ο Ελληνισμός στο μουσείο με τα δικά του εκθέματα και εκθέσεις.

Οι σημερινές διαβουλεύσεις, ακόμη και με την προσδοκία κυπριακής ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μάλλον, και σε πάσα πιθανότητα, το 2004 (χρονιά της Ολυμπιάδας στην Ελλάδα) ή το πολύ-πολύ το 2005, αποβλέπουν απλώς και μόνο πιέσεις και διαπραγματεύσεις, πράγματι, παζαρέματα, για ποσοστά επιστροφής κατεχόμενων εδαφών. Κοντολογίς, οι σκληρές διακοινοτικές συζητήσεις σκοπεύουν στη μείωση από το σημερινό 37% τουρκοκατεχόμενων εδαφών σε μεταξύ 30% και 32% σε ένα χαλαρό ομόσπονδο, πράγματι συνομόσπονδο, κυπριακό κράτος. Ακόμη στις εντεταμένες διαπραγματεύσεις του καλοκαιριού του 1992 μεταξύ Βασιλείου και Ντενκτάς υπό την αιγίδα του προέδρου του Ο.Η.Ε., Boutros Ghali, η ελληνοκυπριακή πλευρά ήταν έτοιμη να δεχτεί τα 28% του εδάφους υπό τουρκοκυπριακό έλεγχο, όμως, ο Ντενκτάς επέμεινε στα 29%, [μία μονάδα διαφοράς] και συνεπώς κατέρρευσαν οι συνομιλίες. Ήδη από το 1974, ο Bulent Ecevit πρότεινε την επιστροφή της Αμμόχωστου εφόσον θα περίκλεινε την επιστροφή μεγάλου μεριδίου Κύπριων προσφύγων. Έτσι, μαζί με την πλήρη, ή εν μέρη, επιστροφή της Μόρφου (η επιστροφή της οποίας είχε συμφωνηθεί ακόμα και το 1992) θα αφήσει τους υπόλοιπους ελληνοκυπρίους  πρόσφυγες να αποζημιωθούν αμοιβαία με εκτιμήσεις και τιμές του 1974. Όσον αφορά την Κυρήνεια και τη γόνιμη γεωργική πεδιάδα, ούτε την παραμικρή συζήτηση σηκώνεται. Προφανώς, τα ορυχεία και οι προσοδοφόρες γόνιμες πεδιάδες δεν περικλείονται στην πραγματικότητα, εκτός από τυπικότητα, στις διαβουλεύσεις. Ούτε η Ε.Ε. δεν εμπλέκεται, εφόσον η ίδια η Ελλάδα και η Ε.Ε. ανταγωνίζονται, και οι δύο, να διεισδύσουν οικονομικά σε επενδύσεις και εξαγορές στις εν δυνάμει κερδοφόρες και επικείμενες ιδιωτικοποιήσεις (αποκρατικοποιήσεις) στην Τουρκία, οι οποίες υποβάλλονται ως όροι τελικής Τουρκικής ένταξης στην Ε.Ε.

Εν κατακλείδι, τα δύο αυτά Μουσεία-Μνημεία, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα, θα αποτελέσουν έμπρακτα την τίμια και άξια υλοποίηση και μνημόνευση της ΗΜΕΡΑΣ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. Έτσι, η Ελλάδα, η κυβέρνηση της, η επικράτεια, όλα τα πολιτικά κόμματα καθώς και ο ίδιος ο Ελληνισμός και η διασπορά του πρέπει να δείξουν στον Κόσμο, ότι η Ελλάδα δεν υφίσταται μία χοντροκομμένη και άγρια Βαλκανική Χώρα, αλλά είναι μία πεφωτισμένη, σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία, εμπνευσμένη από τα καθολικά ιδεώδη του αρχαίου Ελληνικού και Βυζαντινού Ουμανισμού, και η οποία παραμένει πιστά ο λαμπαδηφόρος και ο θησαυροφύλακας του ότι καλό έχει προσφέρει και διαδώσει ο Ελληνισμός και ο Πολιτισμός του στην ανθρωπιά. Διότι, μία Χώρα κι’ ένα Έθνος που δεν τιμά και δεν μνημονεί άξια τη νεότερη ιστορική του μνήμη και εμπειρία, καταδικάζεται μόνο του σε σύγχρονη ιστορική ασχετικότητα και ασημαντοσύνη, αν όχι και σε ιστορική λήθη.

 

Καναδάς, Μάρτιος 2002

Αθανάσιος Τσουκαλάς

Πολιτικός Επιστήμονας, McGill University