METANAΣΤΕΣ:
ΣΤΟ "ΒΟΥΝΟ ΤΩΝ ΘΕΩΝ" ΑΠΟΥΣΙΑΖΑΝ ΟΙ ΘΕΟΙ!

 

 

Θυμάστε τους 120 Κούρδους πρόσφυγες που οι φιλόξενοι κάτοικοι της Ζακύνθου περιέθαλψαν, προστάτεψαν και ξενύχτησαν μαζί τους με ένα καλό λόγο, λίγα τρόφιμα και πολύ αγάπη; Όλους αυτούς τους ανθρώπους η κυβέρνηση τους "πέταξε" σε ένα υψόμετρο 1.200 μέτρων, στις εγκαταστάσεις μιας θερινής κατασκήνωσης που βρίσκεται έξω από τον Κοκκινοπηλό Ελασσόνας - ένα χωριουδάκι ¨καρφιτσωμένο στο πέτο του Ολύμπου". 

Οι 25 οικογένειες - ανάμεσά τους πολλά παιδιά και μωρά - μεταφέρθηκαν απ΄ τους πραιτωριανούς της κυβέρνησης από τη Ζάκυνθο στον Όλυμπο. Νύχτα να μην τους πάρουν χαμπάρι οι Ζακυνθινοί, χωρίς κανείς τους να γνωρίζει που τους πάνε. Πολλοί μάλιστα νόμισαν ότι θα τους πάνε στη Λαμία ή στο Λαύριο, όπου θα συναντούσαν γνωστούς, φίλους και συγγενείς τους.


Όταν ξημέρωσε οι πρόσφυγες είδαν τη φύση πολύ αγριεμένη, καθώς το χιόνι σκέπαζε τα πάντα. Μαζί και τις ελπίδες τους. Κι ένιωσαν να ανατριχιάζουν όχι μόνο από το φοβερό κρύο. Ένιωσαν ότι πατούν σε γη αφιλόξενη. Κι όμως εκεί είχε στήσει το θρόνο του ο Ξένιος Ζευς! Την ώρα αυτή όμως απουσίαζαν όλοι οι Θεοί! Μόνο η φρίκη ήταν παρούσα. Ίσως και αυτή να αισθανόταν περίεργα. Όχι ρε γαμώτο. Εκατόν είκοσι άνθρωποι μόνοι στα βουνά παρέα με τη δυστυχία τους. Δεν καταλάβαιναν γιατί τους απομάκρυναν από τους άλλους ανθρώπους, λες και ήταν λεπροί και φοβόντουσαν ακόμα μήπως τους ξανάβαζαν στα λεωφορεία και τους μετέφεραν πίσω στην κόλαση απ΄ όπου είχαν δραπετεύσει.


Οι πιο ψύχραιμοι είπαν να κατέβουν παρακάτω, μήπως και συναντήσουν ανθρώπους, που θα τους βοηθούσαν να φτάσουν κάπου στην Ελλάδα ή και σε άλλη χώρα της Ευρώπης, όπου θα βρουν δουλειά και θα ζήσουν ελεύθερα. Ήταν απόγευμα πια όταν άρχισε η μεγάλη κατάβαση, η μεγάλη φυγή. Πορεία σε μονοπάτια επικίνδυνα και δίπλα σε γκρεμούς. Τυλιγμένοι σε κουβέρτες ενώ η χιονοθύελλα τους μαστιγώνει. Μια πορεία βουβή. Φωνή ανθρώπου δεν ακούς. Οι ξεριζωμένοι προχωρούν σιωπηλά συνομιλώντας με τις καρδιές τους. Και μόνο σαν ο μανιασμένος άνεμος διακόψει το ανατριχιαστικό σφύριγμά του, κάτι "πιάνει τ΄ αυτί σου". Είναι το τρίξιμο των τρύπιων παπουτσιών πάνω στο φρέσκο χιόνι. Μόλις που φτάνει ο ήχος από το "φτερούγισμα" των παιδιών στη χιονισμένη γη. Κι ανατριχιάζεις ακούγοντας το τρέμουλο των βημάτων που κάνουν οι μανάδες με τα μωρά στην αγκαλιά. Ώρες κρατάει η πορεία στο άγνωστο. Κι αντέχουν οι απόκληροι γιατί δίνει δύναμη στον αγωνιστή άνθρωπο η ελπίδα και θεριό τον κάνει ο αγώνας για μια καλύτερη ζωή.


Έχει σκοτεινιάσει πια όταν οι οδοιπόροι φτάνουν στα πρώτα σπίτια του χωριού Πύθιο, που απέχει κοντά στα 10 χιλιόμετρα από τον Κοκκινοπηλό. Φιλόξενοι οι Πυθιώτες τους δέχτηκαν με συμπόνια, αγάπη και κατανόηση. Κι άνοιξαν την εκκλησιά για να δεχτεί τους ανέστιους. Κι όμως τι φρίκη. Εξανέστη ο δεσπότης της περιοχής. "Να φύγουν οι μουσουλμάνοι από τον Οίκο του Θεού"! Να φύγουν οι ανέστιοι, γιατί θα γινόταν λειτουργία και μνημόσυνο! "Δεν είναι χριστιανοί" είπε ο Δεσπότης και αντάριασε η πλάση. "Θα κάνουν τα κακά τους τα μωρά μέσα στην εκκλησία", αναφώνησε με φρίκη μια "χριστιανή" τυλιγμένη σε μια γούνα. "Να φύγουν τώρα" επέμενε ο δεσπότης παρά τις αντιρρήσεις του παπά του χωριού που με δάκρυα στα μάτια απορούσε: "Που θα πάνε οι άνθρωποι Θεέ μου;". Και ο δεσπότης μίσθωσε δύο λεωφορεία για να τους πάρει από κει. Να μη μολύνουν την εκκλησία που ο ίδιος έχει βεβηλώσει προ πολλού. Πού θα τους πήγαινε ο Θεομπαίχτης; Δε τους το είπε. Μπορεί πάλι στην εσχατιά του Ολύμπου, ίσως, πίσω στην κόλαση.


Εκεί ήταν και τα τηλεοπτικά συνεργεία, που τριγυρνούσαν σαν τα όρνια μήπως και βρουν καμιά "χριστιανή" ή κάποιον "χριστιανό" να βρίζει και ν΄ απειλεί τους πρόσφυγες απαιτώντας να φύγουν από την εκκλησιά του χωριού. Φυσικά τα κανάλια αυτά λέξη δεν είπαν για την εγκληματική αδιαφορία της κυβέρνησης. Κι οι ώρες περνούν. Και οι Κούρδοι πρόσφυγες ζουν μεταξύ ζωής και θανάτου. Οι "χριστιανοί" νίκησαν και πάλι. Οι Άθεοι και οι απελπισμένοι έφυγαν από την εκκλησιά. Παρέμειναν ο δεσπότης και οι "πιστοί". Οι πρόσφυγες πήραν μαζί τους όμως το Θεό τους. Και τα μωρά ένοιωσαν την ζεστή ανάσα της μάνας του να τους ακολουθεί. Δεν ήταν μόνοι τους πια. Οι σκέψεις και οι ευχές των συντρόφων τους σε όλο τον πλανήτη ήταν μαζί τους. Δε θα χαθούνε λοιπόν σ΄ αυτή την αφιλόξενη κοινωνία που φτιάχτηκε για λίγους. Όμως δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο ως που μπορεί να φτάσει η απανθρωπιά της κοσμικής και εκκλησιαστικής εξουσίας σ΄ ένα κράτος που βαυκαλίζεται να αυτοαποκαλείται χριστιανικό, ευρωπαϊκό, σύγχρονο, ελεύθερο και δημοκρατικό. ΦΤΥΝΟΥΜΕ σε όλα αυτά. Γιατί δεν είναι άνθρωποι όλοι αυτοί που δε συγκινούνται στο θέαμα παγωμένων μωρών στις αγκαλιές μανάδων που κλαίνε με λυγμούς.

 Γι αυτό θα την αλλάξουμε αυτή την κοινωνία καταστρέφοντας εκ θεμελίων ότι υπάρχει. Για να αγιαστεί ο Άνθρωπος και να πάρουν εκδίκηση τα όνειρα...

Παναγιώτης Βήχος

Δημοσιεύθηκε στη ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ στις 22 Δεκεμβρίου 2001


e-mail  VihosPanos@msn.com

Ποιος είναι ο Παναγιώτης Βήχος

 

 

 

 

 

 

 

Ανταποδοτική δωρεάν διαφήμιση

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σχεδιασμός σελίδας